Στο ένθετο "Αναγνώσεις" της εφημερίδας "Αυγή της Κυριακής", παρουσιάζεται ο Αιτωλικιώτης Χαράκτης Γρηγόρης Κότσαρης σε ένα ενδιαφέρον άφιέρωμα που επιμηλήθηκε η Ιστορικός Τέχνης Λήδα Καζαντζάκη.
Ακολουθεί ένα μέρος από το κέιμενο που συνοδεύει το αφιέρωμα γραμμένο από τη Λήδα Καζαντζάκη:
"Ο Γρηγόρης Κότσαρης αντλεί την κύρια δύναμη της πνοής του από τη γλυπτική τέχνη. Ανεξάρτητα από το αν πλάθει, χαράζει ή ζωγραφίζει τα έργα του. Οι μορφές που δημιουργεί μας ξεναγούν μέσα στην ιστορία της. Περνάμε από τις στιβαρές και λείες καμπύλες τού, αποκαλούμενου «Σεζάν της γλυπτικής», Αριστίντ Μαγιόλ ή τις επίπεδες φόρμες του Ανρί Ματίς, στα αποστεωμένα σώματα του Αλμπέρτο Τζακομέτι που, καθώς έλεγε ο ίδιος, «χάνουν το βάρος τους και λεπταίνουν».
Κινούμαστε, από τις βαθιές χαρακιές και τα έντονα βαθουλώματα των προσώπων της αρχαϊκής τέχνης και του γερμανικού εξπρεσιονισμού, στα αφαιρετικά γλυπτά του Πικάσο και του Χένρι Μουρ. Και οδηγούμαστε από εκεί στα ευανάγνωστες λαϊκές φιγούρες των Ελλήνων εικονογράφων των αφισών της δεκαετίας του ‘50 και του ‘60.
Τα τοπία που φτιάχνει με τα ποδήλατά του αποτυπώνονται γραμμικά ως σύνολα και αιωρούμενες ή κυλιόμενες ρόδες, πάνω από κεκλιμένες όψεις σπιτιών ή ανάμεσα σε αριθμούς και γράμματα. Και αναδίνουν μια ονειρική αίσθηση, ανάλογη με εκείνην των έργων του Χουάν Μιρό, σε ένα παιχνίδι των σημείων -γραμμάτων και αριθμών- των λεττριστών, με τα μετουσιωμένα σε οργανικά στοιχεία κατασκευάσματα του ανθρώπου. Όπου παρεμβάλλεται η ατίθαση υφή της πινελιάς του Βαν Γκόγκ.
Ο Γρηγόρης Κότσαρης σμιλεύει τις συλλογικές μορφές του, τις απαλλαγμένες από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, πάνω στα ίχνη της παράδοσης του 19ου και του 20ού αιώνα. Καταδεικνύοντας, με μια γλώσσα ποιητική, ωμή και πυκνή, τη σύνθλιψη του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στα στεγανά τείχη που ο ίδιος έχει χτίσει και στα οποία καθρεφτίζεται.
Περισσότερα στο:
Ακολουθεί ένα μέρος από το κέιμενο που συνοδεύει το αφιέρωμα γραμμένο από τη Λήδα Καζαντζάκη:
"Ο Γρηγόρης Κότσαρης αντλεί την κύρια δύναμη της πνοής του από τη γλυπτική τέχνη. Ανεξάρτητα από το αν πλάθει, χαράζει ή ζωγραφίζει τα έργα του. Οι μορφές που δημιουργεί μας ξεναγούν μέσα στην ιστορία της. Περνάμε από τις στιβαρές και λείες καμπύλες τού, αποκαλούμενου «Σεζάν της γλυπτικής», Αριστίντ Μαγιόλ ή τις επίπεδες φόρμες του Ανρί Ματίς, στα αποστεωμένα σώματα του Αλμπέρτο Τζακομέτι που, καθώς έλεγε ο ίδιος, «χάνουν το βάρος τους και λεπταίνουν».
Κινούμαστε, από τις βαθιές χαρακιές και τα έντονα βαθουλώματα των προσώπων της αρχαϊκής τέχνης και του γερμανικού εξπρεσιονισμού, στα αφαιρετικά γλυπτά του Πικάσο και του Χένρι Μουρ. Και οδηγούμαστε από εκεί στα ευανάγνωστες λαϊκές φιγούρες των Ελλήνων εικονογράφων των αφισών της δεκαετίας του ‘50 και του ‘60.
Τα τοπία που φτιάχνει με τα ποδήλατά του αποτυπώνονται γραμμικά ως σύνολα και αιωρούμενες ή κυλιόμενες ρόδες, πάνω από κεκλιμένες όψεις σπιτιών ή ανάμεσα σε αριθμούς και γράμματα. Και αναδίνουν μια ονειρική αίσθηση, ανάλογη με εκείνην των έργων του Χουάν Μιρό, σε ένα παιχνίδι των σημείων -γραμμάτων και αριθμών- των λεττριστών, με τα μετουσιωμένα σε οργανικά στοιχεία κατασκευάσματα του ανθρώπου. Όπου παρεμβάλλεται η ατίθαση υφή της πινελιάς του Βαν Γκόγκ.
Ο Γρηγόρης Κότσαρης σμιλεύει τις συλλογικές μορφές του, τις απαλλαγμένες από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, πάνω στα ίχνη της παράδοσης του 19ου και του 20ού αιώνα. Καταδεικνύοντας, με μια γλώσσα ποιητική, ωμή και πυκνή, τη σύνθλιψη του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στα στεγανά τείχη που ο ίδιος έχει χτίσει και στα οποία καθρεφτίζεται.
Περισσότερα στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου